Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Ένα εικοσάχρονο παιδί, με καθάρια σκέψη, μας τρίβει στα μούτρα την κοινωνία που φτιάξαμε...


 Εικόνες από τη παλιά γειτονιά

 Γειτονιά. Η λέξη προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ουσιαστικό “γειτονία” και ορίζεται ως το σύνολο από γειτονικά σπίτια, το οποίο αποτελεί τμήμα της συνοικίας. Συνώνυμη λέξη το τούρκικο “μαχαλάς” το οποίο βγαίνει από το mahalle (αραβικά) που με τη σειρά του ερμηνεύεται ως η γειτονιά των γύφτων. Πέραν όμως του ετυμολογικού μέρους, η γειτονιά ως κοινωνιολογικός όρος αποτελεί μαζί με το κράτος έναν άτυπο φορέα κοινωνικοποίησης. 

Μέσα από τη γειτονιά ο άνθρωπος από νεαρή ηλικία προσπαθεί να δημιουργήσει έναν κόσμο απαλλαγμένο από τα όρια των μεγάλων. Ταυτοχρόνως μαθαίνει τα δικαιώματα του, συνειδητοποιεί τη θέση του μέσα στη κοινωνία άλλα και το ρόλο του σε αυτή. Στον κόσμο αυτό μπορεί να δοκιμάζει και να βιώνει εμπειρίες κοινές με τους φίλους του και να μαθαίνει την έννοια του “εμείς”, παίζοντας στις αλάνες τρέχοντας στα στενά δρομάκια. 

Οι δυο παραπάνω εικόνες φαίνεται να ξεθωριάζουν και τη θέση τους απειλητικά να καταλαμβάνει ο γεμάτος έντονα χρώματα πίνακας των ηλεκτρονικών παιχνιδιών και ενός παιδιού στην άκρη του δωματίου του, μπροστά σε μια τηλεόραση. Οι γονείς ανέκφραστοι στο καναπέ του σαλονιού με κλειστές τις κουρτίνες να έχουν πιάσει ο καθένας από ένα tablet και αυτομάτως ένα ερώτημα περνάει από το μυαλό: Τι απέγινε η παλιά γειτονιά; 

Για τους νεότερους ίσως φέρνει στο μυαλό ασπρόμαυρη ελληνική ταινία το άκουσμα των λέξεων “παλιά γειτονιά” για τους παλιούς όμως ένα συνονθύλευμα από οπτικοακουστικές και οσφρητικές εικόνες ξυπνάει στο μυαλό. Η γειτονιά του τότε δεν ήταν μόνο δυο ψυχρές λέξεις αλλά έπαιρναν μορφή και ζωντάνευαν. Τότε τα πράγματα ήταν αλλιώς, οι εποχές απλούστερες γεμάτες χαρά για τη ζωή, η αθωότητα έτρεχε με μορφή μικρού αγοριού μέσα στον ίδρωτα με ματωμένα γόνατα. Η ανεμελιά προσωποποιημένη σε κοριτσάκι έπαιζε παραδίπλα αμπάριζα και η ξεγνοιασιά συναντούσε την έντονη επιθυμία για παιχνίδι στις αλάνες με τα ξυπόλητα πόδια να παίξουν ποδόσφαιρο κλοτσώντας μαζί και λίγα χαλίκια. 

Στα περβάζια με τα φουντωμένα βασιλικά που ευωδίαζαν και μύριζε όλο το στενό, συζητήσεις και κουτσομπολιά ξεκίναγαν από νωρίς το απόγευμα. Στο τραπέζι έξω στο δρόμο αντηχούσε ο ήχος από τα πούλια στο τάβλι και οι ζαριές έπεφταν μέχρι αργά το βράδυ. Φωνές και γέλια πλέκονταν και γέμιζαν τις συζητήσεις μεταξύ γειτόνων. Καρπούζι και «υποβρύχιο» σερβιριζόταν και τα παιδιά άφηναν για λίγο το τσέρκι και το κρυφτό και μαζεύονταν προκείμενου να πάρουν δυνάμεις και να συνεχίσουν το ακατάπαυστο παιχνίδι. 
Τότε οι άνθρωποι ήταν αυθεντικοί. Πάνω από το τραπέζι με το καρό τραπεζομάντιλο και την σχηματισμένη ξερή ο ένας μάθαινε τα προβλήματα του άλλου και οι χαρές τους ενός ήταν χαρές για όλους. Η γειτονιά μετασχηματιζόταν σε ένα σπίτι που η πόρτα του ήταν ανοιχτή προς όλους. Ο κόσμος πίστευε στις αξίες της ζωής και στους άξιους. Άλλες εποχές... 

Σήμερα το «ότι πιο παλιό είναι για πέταμα» αποτελεί την επικρατέστερη αντίληψη. Πλέον ο κόσμος έχει απομακρυνθεί παύοντας να είναι ο εαυτός του. 
Το χαμόγελο έχοντας εγκλωβιστεί σε 5 τοίχους έχει σβήσει. Οι κουρτίνες κλείνουν για να μην δούμε τον γείτονα γιατί άπλα δε θέλουμε να έχουμε πολλά - πολλά μαζί του. 
Πλέον η καθημερινότητά, μας έκλεψε αυτά που τότε ήταν δεδομένα. Μας στέρησε την ανθρωπιά και την έννοια του εμείς που μέσα στα πλακόστρωτα στενάκια χρόνια τώρα μάθαμε. Στις μέρες μας οι φιλίες είναι ψηφιακές, ο διάλογος γίνεται μέσω μηνυμάτων και έχοντας κλειστεί στον ίδιο μας τον εαυτό έχουμε ξεχάσει να ζούμε και να χαιρόμαστε τη ζωή. Όλα έχουν αλλάξει, αξίες έχουν διαστρεβλωθεί, έχουν προσαρμοστεί στα μέτρα που επιτάσσει η σημερινή κοινωνία. Έχουν χαθεί. 

Ο πίνακας με τη σύγχρονη εικόνα του απόμακρου παιδιού και των ακόμα πιο απόμακρων γονέων φαίνεται θα αντικαταστήσει τις εικόνες της παλιάς γειτονιάς. Όμως όσα χρόνια κι αν περάσουν, η παλιά γειτονιά ζει μέσα από μνήμες, από διηγήσεις. Αναπλάθεται μέσα στο μυαλό του παιδιού που ακούει τον πάππου του να φωνάζει “μαμά πάω να παίξω” προσπαθώντας έτσι να μιμηθεί τον εαυτό του εβδομήντα χρονιά πριν για να δώσει ζωντάνια στη διήγηση του.


Σταύρος Βαγής (Τζάντε)

Δεν υπάρχουν σχόλια: